Το παιδί: μια αυτοτελής προσωπικότητα. Η ζωή είναι ένα μυστήριο
Η ζωή που ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά και πολλά της ζωής αυτής είναι ένα μυστήριο. Μυστήριο είναι και το πως έρχεται ο άνθρωπος από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, πως κυοφορείται, πως έρχεται στον κόσμο και πως αναπτύσσεται. Μυστήριο επίσης είναι γιατί ενεργεί και συμπεριφέρεται με τον άλφα η βήτα τρόπο. Και τελικά, μολονότι ακούει κανείς μερικά πράγματα, είτε εδώ, είτε κάπου αλλού, μολονότι διαβάζει κάποια πράγματα και κάτι προσπαθεί να κάνει, προκειμένου να βοηθήσει τους συνανθρώπους του, έρχεται ώρα που αναγκάζεται να σηκώσει τα χέρια. Πόσοι γονείς, για παράδειγμα, όχι απλώς προσπάθησαν να κάνουν κάτι με τα παιδιά τους, αλλά όντως κουράστηκαν, κοπίασαν κυριολεκτικά, αγρύπνησαν, έκλαψαν, φρόντισαν με κάθε τρόπο για την αγωγή των παιδιών τους. Παρά ταύτα, πολλές φορές ίσως έφτασαν στο σημείο να σηκώσουν τα χέρια λέγοντας: «Τέλος πάντων, τι συμβαίνει με αυτό το παιδί; Γιατί πάνε έτσι τα πράγματα;».
Θα πρέπει να πούμε ότι το παιδί, όχι απλώς, αφού γεννηθεί και μεγαλώσει λίγο, επηρεάζεται από τη συμπεριφορά των γονέων του, των άλλων μελών της οικογενείας και των δασκάλων του, αλλά ακόμη και όταν κυοφορείται, και τότε ακόμη, ο νέος άνθρωπος, καθώς δημιουργείται, επηρεάζεται από την όλη κατάσταση της μητέρας του. Όμως ακόμη πιο βαθιά πάει το πράγμα: το παιδί επηρεάζεται από την άλφα η βήτα ζωή που έκανε αυτός ο πατέρας ή αυτή η μητέρα, όταν ήταν δέκα, δεκαπέντε, είκοσι ετών, πριν ακόμη δηλαδή παντρευτούν και γεννήσουν παιδιά.
Δεν είναι τυχαίο το ότι ο άνθρωπος γεννιέται τόσο αδύναμος
Γι’ αυτό μετά φόβου και τρόμου, με την καλή βέβαια έννοια –έτσι όπως λέει ο απόστολος Παύλος, ότι πρέπει μετά φόβου και τρόμου να εργαζόμαστε για τη σωτηρία μας (Φιλίππ. 2,12)– πρέπει να χειρίζεται κανείς όλα αυτά τα πράγματα και να κάνει ό,τι μπορεί. Και καθώς ετοιμάζεται να εισέλθει στον γάμο και, αφού εισέλθει, και καθώς ετοιμάζεται να γίνει γονέας και, αφού γίνει γονέας, μετά φόβου και τρόμου να προσέχει τα παιδιά του, να τα διαπαιδαγωγεί, να τα φροντίζει και να τα οδηγεί προς τα κει που πρέπει να τα οδηγήσει.
Δεν είναι τυχαίο το ότι ο άνθρωπος κυοφορείται εννέα ολόκληρους μήνες· όπως επίσης και το ότι δεν γεννιέται όπως γεννιέται το μοσχαράκι, το κατσικάκι κ.τ.λ., που αμέσως μετά τη γέννησή του μπορεί να σταθεί στα πόδια του και να πάει μόνο του να θηλάσει, και ύστερα από λίγο καιρό να αρχίσει να τρώει και χόρτο κ.τ.λ. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το ότι ο άνθρωπος γεννιέται τόσο αδύναμος και ότι θα αργήσει πάρα πολύ να φτάσει στο σημείο μόνος του να καταλάβει τον εαυτό του. Κατ’ αρχήν θα αργήσει πάρα πολύ –περισσότερο από κάθε άλλο ον– να είναι σε θέση μόνος του να φροντίσει τον εαυτό του, να σταθεί δηλαδή στα πόδια του και να συντηρηθεί.
Όλα αυτά όμως είναι μέσα στην πρόνοια του Θεού και έχουν τον λόγο τους. Όπως τα βλέπουμε εμείς από την ανθρώπινη πλευρά –πως τα βλέπει ο Θεός από τη δική του πλευρά είναι άλλο θέμα– εφόσον ο άνθρωπος δεν είναι εφήμερος, όπως ένα ζώο που σήμερα υπάρχει και αύριο δεν υπάρχει, αλλά προορίζεται να ζήσει αιωνίως στον αιώνα τον άπαντα, όσο θα ζει και ο Θεός, δηλαδή πάντοτε, και εφόσον τα θεμέλια αυτής της αιωνίου ζωής τίθενται σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, είναι ανάγκη αυτή η ζωή του να θεμελιωθεί καλά, σωστά.
Ο άνθρωπος επομένως γεννιέται όπως γεννιέται, ώστε και κατά την κυοφορία και πολύ περισσότερο μετά τη γέννησή του –τότε βλέπουμε όλη την αδυναμία του ανθρώπου· κατά την κυοφορία σε όλα τα ζώα υπάρχει αδυναμία– καθώς θα επιδειχθεί η ανάλογη φροντίδα από τους γονείς στο αδύναμο, στο εύπλαστο αυτό πλασματάκι, να βάλει σωστά θεμέλια· να έχει τη σωστή διάπλαση και διαπαιδαγώγηση, να πάρει την κανονική του ανάπτυξη, να γίνει δηλαδή ένας σωστός άνθρωπος του Θεού, ο οποίος θα μπορέσει να ζήσει αιωνίως. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, αλλά είναι μέσα στην πρόνοια του Θεού, μέσα στο σχέδιο του Θεού να έρχεται όπως έρχεται ο άνθρωπος στον κόσμο και να μεγαλώνει όπως μεγαλώνει.
Ένα ασυγχώρητο λάθος των γονέων
Ωστόσο, όσο από τη μια πλευρά είναι καλό το ότι αυτό το πλασματάκι είναι τόσο αδύναμο, είναι τελείως στα χέρια των γονέων, και μπορούν, τρόπον τινα, να το διαπλάσουν όπως θα ήθελαν –τουλάχιστον μέχρι μια ορισμένη ηλικία– άλλο τόσο από την άλλη πλευρά είναι επικίνδυνο. Διότι αυτό το πλασματάκι, ακριβώς επειδή είναι αδύναμο, μπορεί να παραμορφωθεί, πάλι εξαιτίας των γονέων, εξαιτίας κάποιας κακής αντιμετωπίσεως των πραγμάτων από μέρους των γονέων. Αντί δηλαδή αυτό το παιδί να διαπαιδαγωγηθεί σωστά –και θα λέγαμε εδώ, κατά τον απόστολο Παύλο, να μορφωθεί μέσα του ο Χριστός (Γαλ. 4,19)– μπορεί να παραμορφωθεί. Και δεν είναι λίγα τα παραδείγματα εκείνα –όλοι τα βλέπουμε μέσα στην κοινωνία, και μακρύτερα και κοντά μας ίσως– που άνθρωποι, τότε που ήταν αδύναμα πλάσματα, όντως παραμορφώθηκαν από κακούς γονείς ή από γονείς οι οποίοι δεν ήξεραν να τους διαπλάσουν καλά και να τους διαπαιδαγωγήσουν σωστά. Και έτσι είχαν την εξέλιξη που είχαν και έφτασαν εκεί που έφτασαν. Το ότι είναι αδύναμο λοιπόν το παιδί από μια πλευρά είναι ένα προνόμιο, αλλά από την άλλη είναι ένα μειονέκτημα.
Όπως είπαμε, οι γονείς επιδρούν στο παιδί τους με την όλη κατάσταση που είχε δημιουργηθεί μέσα τους, πριν ακόμη σκεφθούν τον γάμο· όπως επίσης επιδρούν, όταν πια κυοφορείται το παιδί, αλλά και αφού γεννηθεί. Είναι κάποια πράγματα που καλά-καλά βέβαια δεν τα καταλαβαίνουν οι γονείς. Πέρα όμως από όλα αυτά, εκεί που κυρίως τα θαλασσώνουν και κάνουν θανάσιμα λάθη, ασυγχώρητα λάθη, είναι ότι το παιδί τους δεν το βλέπουν ως έναν ξεχωριστό άνθρωπο. Διότι, παρ’ όλο που είναι ένα αδύναμο πλάσμα, πρέπει να το βλέπουν ως ένα πλάσμα του Θεού, ως έναν ξεχωριστό άνθρωπο, ο οποίος έχει τη δική του προσωπικότητα, και ως αυτοτελής άνθρωπος θα αναπτυχθεί και θα γίνει άνθρωπος του Θεού, πάντοτε βέβαια σε στενή σχέση με τους άλλους. Και εφόσον θα είναι άνθρωπος του Θεού, θα είναι έπειτα και δικός μας άνθρωπος και δικός μας αδελφός και αδελφός εν Χριστώ.
Κάνουν λοιπόν οι γονείς το ασυγχώρητο λάθος να θεωρούν το παιδί κτήμα τους, δηλαδή σαν ένα πράγμα δικό τους, οπότε του συμπεριφέρονται και το χρησιμοποιούν ανάλογα. Από δω και πέρα, το αποτέλεσμα είναι ότι κάνουν φοβερά λάθη και τραυματίζουν το παιδί, το πληγώνουν, το παραμορφώνουν· εν πάση περιπτώσει, οι γονείς συντελούν με τη στάση τους να μην έχει το παιδί μια σωστή εξέλιξη.
Ένα άλλο σημείο που είναι κοντά σ’ αυτό και έχει σχέση με αυτό, είναι το θέμα της αγάπης. Χρειάζεται οι γονείς να αγαπήσουν το παιδί ως αυτοτελή προσωπικότητα, ως ξεχωριστό άνθρωπο, ως άνθρωπο που ανήκει πρωτίστως στον Θεό. Οι γονείς απλώς έγιναν συνεργοί του Θεού και έχουν περισσότερο ευθύνη απέναντι στο παιδί τους παρά, τρόπον τινα, δικαιώματα. Έχουν ευθύνη ως συνεργοί του Θεού –και αυτό θα είναι η μεγάλη τους ευτυχία και η χαρά· δεν μένουν δηλαδή χωρίς αμοιβή– να το αναθρέψουν, όπως θέλει ο Θεός.
Αν δεν δουν το παιδί έτσι, δεν μπορούν να το αγαπήσουν σωστά. Όταν όμως το δουν ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα και όχι σαν δικό τους πράγμα, θα το αγαπήσουν σωστά. Να το εξηγήσω καλύτερα. Πολλές φορές οι γονείς σκοτώνονται για να εκδηλώσουν την αγάπη στα παιδιά τους, αλλά η αγάπη αυτή κατά βάθος είναι εγωιστική αγάπη, κατά βάθος εξυπηρετεί αυτούς τους ίδιους και επομένως όχι μόνο δεν τρέφει το παιδί, όχι μόνο δεν το προάγει και δεν το μορφώνει, αλλά το παραμορφώνει και το καταστρέφει.
Το παιδί ξεχωριστός άνθρωπος αξιοσέβαστος από όλους
Έως ότου το παιδί να μεγαλώσει, έως ότου να μπορέσει να καταλάβει ότι είναι ένας ξεχωριστός άνθρωπος, αξιοσέβαστος από τους πάντες, πρώτα από τον Θεό και από τους Αγγέλους, θα περάσει καιρός.
Πότε το παιδί θα μεγαλώσει και θα καταλάβει ότι είναι μια ξεχωριστή, μια αυτοτελής προσωπικότητα! Όχι για να υπερηφανευθεί, αλλά για να ταπεινωθεί και να εξαρτηθεί πλήρως από τον Θεό. Αν βέβαια το καταλάβει καμμιά φορά. Δεν θα μπορέσει όμως ποτέ να το καταλάβει σωστά αυτό το πράγμα, εκτός αν γνωρίσει κάποιον άλλον άνθρωπο που θα το βοηθήσει να καταλάβει, ώστε να γίνει κάποιο θαύμα στην ψυχή του, μια αλλαγή βασική και σωστική. Μόνο έτσι. Αλλιώς, καθώς μεγαλώνει το παιδί με αυτή τη νοοτροπία, να το θεωρούν δηλαδή οι γονείς του σαν εξάρτημά τους, να το θεωρούν κατάδικό τους και κτήμα τους, δεν πρόκειται να το καταλάβει.
Ακριβώς από δω ξεκινούν όλα εκείνα τα προβλήματα και όλες εκείνες οι δυσκολίες που γνωρίζουμε στις σχέσεις γονέων και παιδιών. Όταν οι γονείς δεν αναγνωρίζουν την αυτοτέλεια και την ξεχωριστή προσωπικότητά του, το παιδί αυτά υποσυνείδητα τα ζει και αντιδρά. Αλλά καθώς αυτό αντιδρά, από την άλλη πλευρά αντιδρούν και οι γονείς, και καταλαβαίνει κανείς τι δημιουργείται.
Και όταν κάποτε μεγαλώσει το παιδί και λίγο πολύ το αντιληφθεί αυτό, ότι δηλαδή είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα, το αντιλαμβάνεται κατά ένα στραβό τρόπο. Γι’ αυτό, ενώ κατά βάσιν είναι άγιο πράγμα να θέλει κανείς να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο, επειδή από αυτές τις συγκρούσεις δημιουργήθηκαν μέσα του τραύματα και τα άλλα επακόλουθα, το παιδί τελικά είναι ένας επαναστάτης, ένας αντάρτης, ένας εγωιστής, και ουσιαστικά αλλά και λίγο επίπλαστα, θα λέγαμε, όπως το βλέπουν οι άλλοι απ’ έξω. Και καταλαβαίνετε τι γίνεται.
Εάν λοιπόν οι γονείς προσέξουν αυτό το σημείο και το καταλάβουν, θα βοηθήσουν πολύ τα παιδιά τους. Είναι όμως πολύ δύσκολο. Να το ξέρετε. Εξ όσων εγώ καταλαβαίνω, είναι πάρα πολύ δύσκολο. Όσο απλό φαίνεται το να αναγνωρίσουν ως ξεχωριστή προσωπικότητα το πλάσμα τους και έτσι να το αγαπήσουν, τόσο δύσκολο είναι στην εφαρμογή του. Είναι δύσκολο να το συλλάβει κανείς καλά-καλά, να το ζήσει και ανάλογα έπειτα να συμπεριφερθεί προς τα παιδιά του ή προς τα παιδιά οποιουδήποτε ανθρώπου και γενικότερα προς κάθε άνθρωπο.
Πηγή: toromaiiko.com, Η άλλη όψη