Πολλοί οι πειρασμοί και οι κίνδυνοι για τους νέους σήμερα, Γέροντα. Ανησυχούμε, παρόλο που φροντίζουμε να έχουμε τα παιδιά μας μέσα στην Εκκλησία.
– Τα παιδιά που έχουν ποτιστεί από μικρά στην ευσέβεια, μην τα φοβάστε. Και να ξεφύγουν λίγο, λόγω ηλικίας, λόγω πειρασμών, θα επανέλθουν. Είναι σαν τα κουφώματα που τα περνάμε με το λάδι και δεν τα πιάνει η σαπίλα.
Από ποια ηλικία πιστεύεις, Γέροντα, ότι αρχίζουν τα παιδιά να γίνονται δέκτες και με ποιο τρόπο πρέπει να ενεργούμε πάνω τους σαν γονείς, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος να τα βλάψουμε από τυχόν υπερβολές;
– Πρώτα-πρώτα τα παιδιά αντιγράφουν εμάς και μάλιστα από μωρά. Από εκεί και πέρα θα πρέπει να ενεργούμε επάνω τους όπως στα ρολόγια. Όσο παίρνει το ελατήριό τους, τα κουρδίζουμε γρήγορα. Μετά σιγά σιγά, προσέχοντας να μη σπάσουμε το ελατήριό τους με το ζόρισμα.
Πολλές φορές, Γέροντα, τα παιδιά αντιδρούν σε διάφορα θέματα ευσέβειας.
– Όταν κάτι δεν πάει καλά, πάντα κάτι φταίει. Μήπως φταίει το παράδειγμά μας; Μήπως φταίνε τίποτε κακά θεάματα, τίποτε άσχημες πράξεις, άσχημα λόγια μεσα στο σπίτι; Πάντως την ευσέβεια τη δίνουμε στα παιδιά με το γάλα και όχι με την ξηρά τροφή. Ποτέ με πίεση και προσταγή. Και προπαντώς με το παράδειγμά μας.
Στις περιπτώσεις των κακών πράξεων το ξύλο φέρνει αποτέλεσμα;
– Να το αποφύγουμε όσο μπορούμε. Ούτε εκείνα τα μη μη συνέχεια. Του παιδιού να του δίνουμε να καταλαβαίνει. Να ξέρει πότε κάνουμε κάτι και πότε δεν κάνουμε. Μόνο τότε το φέρνουμε σε λογαριασμό.
Γέροντα, παρ’όλο που τα ακολουθούμε όλα αυτά, εκείνα είναι ατίθασα. Μερικές φορές ξεπερνάνε κάθε όριο.
– Ας δίνουμε καμιά φορά το κατσαβίδι και στο Χριστό για να ρυθμίζει τα πράγματα σφίγγοντας μερικές βίδες. Μη περιμένουμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας.
Όταν, Γέροντα, το παιδί είναι μέσα στην Εκκλησία, αλλά μετά από κάποια ηλικία αρχίζει ν’αλλάζει συμπεριφορά, να ξεφεύγει, πώς πρέπει να ενεργούμε;
– Με ηρεμία. Αν είναι κάτι πολύ σοβαρό να επεμβαίνουμε. Να παραβλέπουμε και τίποτε για να μην θυμώνει και γίνεται χειρότερο.
Όταν ένα παιδί μπλέξει με κακές παρέες και εγκαταλείψει το σπίτι του, ενώ δεν έχει πάρει πολύ Χριστό μαζί του, υπάρχουν ελπίδες να επανέλθει;
– Αγάπη πήρε μέσα του; Όταν μέσα στο σπίτι υπάρχει αγάπη και το ίδιο το παιδί το περιβάλλουμε με αγάπη, και να φύγει και να μπλέξει με παρέες και με γλέντια , θα δει κάποια στιγμή ότι έξω δεν υπάρχει αγάπη. Θα δει ότι υπάρχει παντού υποκρισία και θα γυρίσει σπίτι. Ενώ αν θυμάται εχθρότητα και μίσος δεν θα του κάνει καρδιά να πάρει τη στράτα του γυρισμού.
Όταν γνωρίσουμε το Χριστό αργά, δηλ. ενώ τα παιδιά μας έχουν ήδη μεγαλώσει, τι πρέπει να κάνουμε για να τα βάλουμε στο δρόμο του Θεού;
– Εδώ μόνο η προσευχή φέρνει αποτέλεσμα. Πρέπει να ζητήσουμε από το Θεό με πολλή πίστη έλεος γι’αυτά τα παιδιά, που δεν ευθύνονται για την απιστία τους. Να αναγνωρίσουμε ότι η ευθύνη είναι μόνο δική μας, να ταπεινωθούμε και να μετανοήσουμε ειλικρινά και ο Θεός θα βοηθήσει. Έχει Εκείνος τον τρόπο του. Όλο και κάποιο σωσίβιο θα τους ρίξει για να σωθούν.
Από το βιβλίο: “Υπάιθριο Αρχονταρίκι”. Καταγραφή διδαχών του π. Παϊσίου, του Πρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
Η ευχή των γονέων
Η ευχή των γονέων είναι η μεγαλύτερη κληρονομιά για τα παιδιά. Για αυτό φροντίζουν να έχουν την ευχή των γονέων. Δεν είδες ο Ιακώβ, μέχρι πού έφθασε για να πάρη την ευλογία του πατέρα του; Και προβιά φόρεσε! Ειδικά η ευχή της μάνας είναι μεγάλο πράγμα! Κάποιος έλεγε: «Κάθε λόγος της μητέρας μου είναι και μια λίρα χρυσή». Να, και πριν από καιρό πόση εντύπωση μου έκανε κάποιος από το Γιοχάνεσμπουργκ! Ήρθε στο Καλύβι το φθινόπωρο. «Γέροντα, η μάνα μου αδιαθέτησε, μου λέει, και ήρθα να την δω». Τρεις μήνες δεν πέρασαν, τα Χριστούγεννα ξαναήρθε. «Πώς πάλι εδώ;», τον ρωτάω. «Έμαθα, μου λέει, πως πάλι αδιαθέτησε η μάνα μου και ήρθα να φιλήσω το χέρι της, γιατί είναι ηλικιωμένη και μπορεί να πεθάνει. Για μένα η μεγαλύτερη περιουσία είναι η ευχή της μάνας μου». Εξήντα χρονών άνθρωπος ξεκίνησε από το Γιοχάνεσμπουργκ και ήρθε στην Ελλάδα, για να φιλήση το χέρι της μάνας του! Και τώρα τέτοια ευλογία έχει, που σκέφτεται να κάνει ένα γηροκομείο μεγάλο για τους κληρικούς και να το χαρίση στην εκκλησία. Δηλαδή τις ευλογίες δεν έχει που να τις βάλη κατά κάποιον τρόπο. Για μένα είναι φάρμακο μια τέτοια ψυχή. Είναι σαν να είμαι στην έρημο Σαχάρα και να βρίσκω ξαφνικά λίγο νερό. Αυτά χάνονται σιγά-σιγά.Ένας άλλος ήρθε μια μέρα με κλάματα στο Καλύβι. «Πάτερ, με καταράστηκε η μάνα μου. Στο σπίτι έχουμε όλο αρρώστιες, στεναχώριες, η δουλειά μου δεν πάει καλά», μου είπε. «Κι εσύ δεν θα ήσουν εντάξει» του λέω. Δεν μπορεί η μάνα σου άδικα να σε καταράστηκε». «Ναι, μου λέει. Ήμουν κι εγώ». «Να πας να ζητήσης συγχώρηση από την μάνα σου», του λέω. «Θα πάω, Πάτερ, μου λέει. Δώσε μου την ευχή σου». «Την ευχή μου την έχεις, του είπα, αλλά να πάρης και την ευχή της μάνας σου». «Δύσκολο να μου δώση την ευχή της», μου λέει. «Να πας, κι αν δεν σου την δώση, να της πης: “Μου είπε ένας Γέροντας πως κι εσύ θα παραδώσης ψυχή”. Πήγε, και η μάνα του του ευχήθηκε: “Παιδί μου, να έχης την ευλογία του Αβραάμ!”. Ήρθε μετά από λίγο καιρό στο Όρος με βυσσινάδες, με λουκούμια. Ήταν γεμάτος χαρά. Τα παιδιά του ήταν καλά, η δουλειά του πήγαινε καλά. Συνέχεια βούρκωνε και μου έλεγε: «δόξα τω Θεώ». Άλλαξε η ζωή του και μιλούσε όλο πνευματικά. Πόσο μάλλον όταν κανείς έχη εξ αρχής σεβασμό προς τους γονείς! Πώς να μην έχει την ευλογία του Θεού;
Πηγή: (Από το βιβλίο «Οικογενειακή ζωή», Γέροντος Παϊσίου αγιορείτου, λόγοι Δ΄, ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ), Με παρρησία...