Νέα δημοσίευση υποστηρίζει ότι οι αναστολείς της εφηβείας δεν είναι η απάντηση στη σύγχυση ταυτότητας του φύλου.
Ένα νέο άρθρο υπογραμμίζει τις πολλαπλές βλάβες που προκαλούνται από το πρωτόκολλο που εφαρμόζεται στα trangender (διεμφυλικά) παιδιά. (Φωτογρ.: iStock Photos).
Όλο και περισσότερο, οι θεραπευτές φύλου και γενικότερα οι γιατροί υποστηρίζουν ότι παιδιά ηλικίας ακόμη και εννέα ετών, πρέπει να λαμβάνουν φάρμακα που εμποδίζουν την εφηβεία, εάν βιώνουν δυσφορία φύλου.
Αλλά ένα νέο άρθρο, από τρεις ειδικούς στο θέμα, αποκαλύπτει ότι υπάρχουν λίγα επιστημονικά στοιχεία για να υποστηρίξουν μια τέτοια ριζοσπαστική διαδικασία.
Το άρθρο, «Αναπτυσσόμενοι πονοκέφαλοι: Προβλήματα με την καταστολή της εφηβείας στην αντιμετώπιση της δυσφορίας του φύλου», που δημοσιεύθηκε την Τρίτη στο The New Atlantis, αναλύει πάνω από 50 μελέτες αξιολόγησης από ειδικούς, σχετικά με τη δυσφορία του φύλου σε παιδιά.
Είναι συνεργασία του Δρ Paul W. Hruz, καθηγητή Πανεπιστημίου, στην Ιατρική Σχολή στην Ουάσινγκτον, του Δρ. Lawrence S. Mayer, ερευνητή στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα και του Δρ Paul R. McHugh, πανεπιστημιακού διακεκριμένου καθηγητή ψυχιατρικής στο Johns Hopkins University School of Medicine.
Πέρυσι, οι Mayer και McHugh δημοσίευσαν μια εκτενή έκθεση σχετικά με τη σεξουαλικότητα και το φύλο εν γένει. Τώρα, με τον Hruz, έναν ειδικό στην παιδιατρική, επικεντρώνονται στα παιδιά.
Όπως εξηγώ στο προσεχές βιβλίο μου: «Όταν ο Χάρι έγινε Σάλι: Ανταποκρινόμενος στη στιγμή της αμφιβολίας», η σωστή βιολογία, ψυχολογία και φιλοσοφία, υποστηρίζουν την κατανόηση της σεξουαλικότητας ως σωματικής πραγματικότητας και του φύλου ως κοινωνική εκδήλωση της σωματικής ταυτότητας φύλου .
Η βιολογία δεν έχει προκαταλήψεις, και χρειαζόμαστε μια νηφάλια και ειλικρινή εκτίμηση του ανθρώπινου κόστους, εάν θεωρήσουμε ότι η ανθρώπινη φύση είναι λάθος. Αυτό ιδιαίτερα αληθινό όταν πρόκειται για παιδιά.
Παρόλα αυτά, οι κλινικές φύλου για παιδιά και οι θεραπευτικές παρεμβάσεις σε παιδιά, αυξάνονται. Τα τελευταία 10 χρόνια, έχουν αναπτυχθεί δεκάδες παιδιατρικές κλινικές φύλου σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 2007, το Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης (Boston Children’s Hospital), «εφάρμοσε το πρώτο μείζον πρόγραμμα στις Ηνωμένες Πολιτείες που επικεντρώνεται στα παιδιά και τους εφήβους με διαταραχή φύλου», όπως δηλώνει στην ιστοσελίδα του.
Επτά χρόνια αργότερα, 33 κλινικές φύλου είχαν ανοίξει τις πόρτες τους στα παιδιά των ΗΠΑ, λέγοντας στους γονείς ότι οι αναστολείς της εφηβείας και οι ορμόνες του άλλου φύλου μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η αυτοκτονία των εφήβων.
Δεν πειράζει ότι σύμφωνα με τις καλύτερες μελέτες – εκείνες που ακόμη και αυτοί οι ίδιοι οι τρανσέξουαλ ακτιβιστές αναφέρουν– το 80-95% των παιδιών με δυσφορία φύλου θα ταυτιστούν και θα αγκαλιάσουν αργότερα το σωματικό τους φύλο.
Δεν πειράζει ότι το 41% των ανθρώπων που θεωρούνται ως τρανσέξουαλ θα προσπαθήσουν να αυτοκτονήσουν σε κάποια στιγμή της ζωής τους, σε σύγκριση με το 4,6% του γενικού πληθυσμού.
Δεν πειράζει ότι οι άνθρωποι που έκαναν χειρουργική «μετάβαση» είναι 19 φορές πιο πιθανό από τον μέσο όρο να πεθάνουν αυτοκτονώντας.
Αυτά τα στατιστικά στοιχεία θα πρέπει να σταματήσουν τα βήματά μας. Είναι σαφές ότι πρέπει να εργαστούμε για να βρούμε τρόπους αποτελεσματικής πρόληψης αυτών των αυτοκτονιών και αντιμετώπισης των υποκείμενων αιτίων. Σίγουρα πάντως δεν πρέπει να ενθαρρύνουμε τα παιδιά στη «μετάβαση».
Η λυπηρή πραγματικότητα είναι ότι ενώ ο αριθμός των παιδιατρικών κλινικών αλλαγής φύλου αυξάνεται, πολύ λίγα είναι γνωστά για τη διαταραχή στην ταυτότητα φύλου στα παιδιά - και πολλές θεραπείες δεν είναι τίποτα παραπάνω από πειραματισμός σε ανηλίκους.
Προωθούνται επαγγελματικά πρωτόκολλα αντιμετώπισης, σύμφωνα με τα οποία τα παιδιά πρέπει να λαμβάνουν φάρμακα που εμποδίζουν την εφηβεία από την ηλικία των 9 ετών και ορμόνες αντίθετου φύλου στην ηλικία των 16 ετών - αλλά δεν έχουν πραγματοποιηθεί αξιόπιστες κλινικές δοκιμές σχετικά με την παρεμπόδιση της εφηβείας για τη δυσφορία φύλου, και το FDA, δεν έχει εγκρίνει αυτά τα φάρμακα για τη θεραπεία της δυσφορίας του φύλου.
Εν τω μεταξύ, παρά τους ισχυρισμούς των υποστηρικτών τους, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η παρεμπόδιση της εφηβείας είναι «αναστρέψιμη», ούτε ότι είναι αβλαβής. Το περισσότερο ανησυχητικό από όλα είναι ότι παρά όλες αυτές τις θεραπείες, τα παιδιά μπορεί να παραμείνουν στη δυσφορία τους.
Η παρεμπόδιση της εφηβείας, θα μπορούσε να οδηγήσει στο να παραμείνουν τα παιδιά στη δυσφορία του φύλου.
Στο νέο άρθρο τους, οι Hruz, Mayer και McHugh εξηγούν ότι οι θεραπείες που «τακτοποιούν το φύλο των παιδιών, μπορούν να οδηγήσουν ορισμένα παιδιά στο να επιμείνουν να αισθάνονται ως τρανσέξουαλ, ενώ διαφορετικά θα είχαν, καθώς μεγαλώνουν, εναρμονίσει το σωματικό με το ψυχολογικό τους φύλο».
Όπως σημειώνουν οι γιατροί, «Η ταυτότητα του φύλου για τα παιδιά είναι ελαστική (δηλαδή, μπορεί να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου) και πλαστική (δηλαδή, μπορεί να διαμορφωθεί από παράγοντες όπως η γονική έγκριση και οι κοινωνικές συνθήκες)».
Ως εκ τούτου, αν η αυξανόμενη χρήση της θεραπείας για το φύλο οδηγεί τα παιδιά σε εμμονή με την ταυτότητά τους ως του αντιθέτου φύλου, τότε πολλά παιδιά, που διαφορετικά δεν θα χρειάζονταν συνεχή δια βίου ιατρική περίθαλψη, εκτίθενται ματαίως σε ορμονικές και χειρουργικές παρεμβάσεις.
Ενώ το 80% με 95% των παιδιών με δυσφορία φύλου θα ταυτιστούν αργότερα και θα αγκαλιάσουν το βιολογικό τους φύλο, κανένα από τα παιδιά που είχαν μπεί σε αποκλειστές εφηβείας στην Ολλανδική κλινική που πρωτοστάτησε σε αυτήν την θεραπεία, δεν κατάφερε να ταυτιστεί με το βιολογικό του φύλο. Όλοι τους συνέχισαν να δηλώνουν ως προς την ταυτότητά τους πως είναι τρανσέξουαλ.
Πράγματι, όπως εξηγούν οι Hruz, Mayer και McHugh, για τα παιδιά που τοποθετούνται σε αναστολείς της εφηβείας, «αντί να εμφανίζεται μιά βιολογικά φυσιολογική εφηβεία, αυτοί οι έφηβοι γενικά πηγαίνουν από μια καταπιεσμένη εφηβεία, σε ιατρικά εξαρτημένη εφηβεία, με ορμόνες αντιθέτου φύλου σε ηλικία περίπου 16 ετών».
Οι γιατροί ανησυχούν ότι οι θεραπείες αυτές, οι αναστολείς της εφηβείας και οι διασταυρούμενες ορμόνες φύλου «μπορεί να έχουν εδραιώσει (κακώς) την αίσθηση της ασαφούς ταυτότητας φύλου σε αυτούς τους ασθενείς, οδηγώντας τους στο να δεσμευτούν πιο αποφασιστικά για την αλλαγή σεξουαλικής τους ταυτότητας ,από ό, τι αν είχαν λάβει μια διαφορετική διάγνωση ή διαφορετική πορεία θεραπείας».
Οι Ολλανδοί γιατροί, που πρωτοστάτησαν στην παρεμπόδιση της εφηβείας ως θεραπείας για τη δυσφορία του φύλου, υποστηρίζουν ότι αυτή η θεραπεία θα δώσει στο παιδί «περισσότερο χρόνο για να διερευνήσει την ταυτότητα του φύλου του, χωρίς το άγχος από την ανάπτυξη των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου».
Αυτό είναι ένα περίεργο επιχείρημα. Όπως εξηγεί ο Hruz, ο Mayer και ο McHugh, «υποθέτει η ομάδα των Ολλανδών ότι τα φυσικά χαρακτηριστικά του φύλου παρεμποδίζουν την “εξερεύνηση” της ταυτότητας φύλου, όταν αναμένεται ότι η ανάπτυξη των φυσικών χαρακτηριστικών του φύλου θα μπορούσε να συμβάλει στην φυσική εδραίωση της ταυτότητας του».
Η ορμή των φυσικών ορμονών του ατόμου και η σωματική ανάπτυξη, που συμβαίνει κατά την εφηβεία, μπορεί να γίνει αυτό ακριβώς που βοηθά ένα αναπτυσσόμενο αγόρι ή κορίτσι να εκτιμήσει και να ταυτιστεί με το σωματικό του φύλο . Και όμως οι αποκλειστές της εφηβείας εμποδίζουν αυτή ακριβώς τη διαδικασία.
Ο Hruz, ο Mayer και ο McHugh υπογραμμίζουν την πιθανότητα ότι "η παρέμβαση στην κανονική ανάπτυξη του εφήβου θα επηρεάσει την ταυτότητα φύλου του παιδιού, μειώνοντας τις προοπτικές ανάπτυξης μιας ταυτότητας φύλου που ταυτίζεται με το βιολογικό του φύλο".
Έτσι, οι θεραπείες που προτείνονται από τους τρανσέξουαλ ακτιβιστές-κοινωνική μετάβαση που ακολουθείται από καταστολή της εφηβείας, ορμόνες αντίθετου φύλου και πιθανώς χειρουργική επέμβαση, καθιστούν πιθανότερο ότι τα παιδιά εμπλέκονται σε δραστηριότητα ενίσχυσης του ψυχολογικού τους προβλήματος, που μπορεί να καταστήσει την ισορρόπησή τους λιγότερο πιθανή. Οτιδήποτε ενθαρρύνει ένα παιδί να επιμένει να ταυτοποιείται ως τρανσέξουαλ, θα πρέπει να μας σταματά.
Όπως εξήγησε ο Hruz στο ομοσπονδιακό δικαστήριο:
Η αντίσταση (desistance), (δηλαδή η αποφυγή της αναστροφής ταυτότητας του βιολογικού φύλου), παρέχει τη μεγαλύτερη δια βίου ωφέλεια, έχει θετικό αποτέλεσμα στην πλειονότητα των ασθενών και πρέπει να διατηρηθεί ως ο επιθυμητός στόχος. Οποιαδήποτε επέμβαση παρεμβαίνει στην δυνατότητα επίλυσης, είναι αδικαιολόγητη και δυνητικά επιβλαβής.
Ο αποκλεισμός της εφηβείας είναι πειραματικός.
Όχι μόνο η «θεραπευτική» προσέγγιση διατρέχει τον κίνδυνο να παρατείνει τις διαταραχές ταυτότητας φύλου στα παιδιά, που διαφορετικά θα είχαν ξεφύγει από αυτή, αλλά είναι επιπλέον εξ ολοκλήρου πειραματική. Δεν υποστηρίζεται από καμία σοβαρή επιστήμη. Και δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε εάν είναι ασφαλής, πόσο μάλλον αποτελεσματική.
Οι Hruz, Mayer και McHugh αντιδρούν στην προώθηση αυτών των πρωτοκόλλων αντιμετώπισης από διάφορους ακτιβιστές και, δυστυχώς, και από επαγγελματικές οργανώσεις:
Η ανάγνωση αυτών των ποικίλων κατευθυντήριων οδηγιών, δίνει την εντύπωση ότι υπάρχει μια καλά εδραιωμένη επιστημονική ομοφωνία, σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της χρήσης παραγόντων που εμποδίζουν την εφηβεία σε παιδιά με δυσφορία φύλου και ότι οι γονείς τέτοιων παιδιών πρέπει να τις θεωρούν συνετή και επιστημονικά αποδεδειγμένη θεραπευτική επιλογή. Αλλά το αν η παρεμπόδιση της εφηβείας είναι ο καλύτερος τρόπος για τη θεραπεία της δυσφορίας φύλου στα παιδιά, παραμένει υπό διερεύνηση και δεν πρέπει να θεωρηθεί ως μια συνετή επιλογή, με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα, αλλά μάλλον ένα βιαίως δραστικό και πειραματικό μέτρο.
Οι πειραματικές ιατρικές θεραπείες για παιδιά πρέπει να υπόκεινται σε ιδιαίτερα έντονο έλεγχο, καθώς τα παιδιά δεν μπορούν να παρέχουν νομική συγκατάθεση σε ιατρική περίθαλψη οποιουδήποτε είδους (οι γονείς ή κηδεμόνες πρέπει να συναινέσουν στο να λάβει το παιδί τους θεραπεία), ούτε να συγκατατεθούν στο να γίνουν αντικείμενα έρευνας σε μια μη αποδεδειγμένη θεραπεία. Ωστόσο, στην περίπτωση της δυσφορίας του φύλου, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα των ορμονών που καταστέλλουν την εφηβεία δεν είναι καλά τεκμηριωμένη με στοιχεία . Το κατά πόσον η καταστολή της εφηβείας είναι ασφαλής και αποτελεσματική όταν χρησιμοποιείται για δυσφορία φύλου παραμένει ασαφής και δεν υποστηρίζεται από αυστηρές επιστημονικές αποδείξεις.
Η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι η παρατεταμένη καταστολή της εφηβείας ως θεραπεία για τη δυσφορία φύλου έχει «γίνει αποδεκτή τόσο γρήγορα από την ιατρική κοινότητα, προφανώς χωρίς επιστημονικό έλεγχο, ώστε υπάρχει λόγος να ανησυχεί κανείς για την υγεία των παιδιών που την λαμβάνουν, όπως επίσης υφίστανται λόγοι αμφισβήτησης της αληθείας ορισμένων από τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν για τη υποστήριξη της χρήσης της – όπως ο ισχυρισμός ότι είναι σωματικά και ψυχολογικά “αναστρέψιμη” διαδικασία».
Το μπλοκάρισμα της εφηβείας δεν είναι «αναστρέψιμο».
Πράγματι, ο τρόπος με τον οποίο μιλάνε οι ακτιβιστές, κάνει να φαίνεται ότι η μεν φυσιολογική ανθρώπινη ανάπτυξη είναι ένα μη αναστρέψιμο ζήτημα, αλλά η παρέμβαση στην ανάπτυξη είναι ένα αιτιολογημένο και πλήρως αναστρέψιμο βήμα.
Αλλά στην πραγματικότητα το αντίθετο είναι αλήθεια, όπως Hruz, Mayer, και McHugh εξηγούν:
Αυτό που ισχυρίζονται, ανατρέπει την φυσιολογική σημασία της λέξης αναστρεψιμότητα, μιλώντας για τη φυσική διαδικασία της βιολογικής ανάπτυξης ως μια μη αναστρέψιμη σειρά προβλημάτων που η ιατρική πρέπει να αποτρέψει, και παρουσιάζοντας την παρέμβαση–καταστολή της εφηβείας ως καλοήθη και αναστρέψιμη.
Αλλά οι γιατροί δεν έχουν κανέναν προς το παρόν τρόπο να γνωρίζουν αν αυτές οι θεραπείες είναι πραγματικά αναστρέψιμες, επειδή πολύ λίγοι άνθρωποι τις έχουν ως τώρα εφαρμόσει: «Δεν υπάρχουν δημοσιευμένες αναφορές, ούτε ακόμα και μελέτες για μεμονωμένα περιστατικά εφήβων που σταματούν τα φάρμακα αναστολής της εφηβείας και στη συνέχεια ξαναρχίζουν τη φυσιολογική εφηβική ανάπτυξη που είναι χαρακτηριστική για το φύλο τους.
Η διεξαγωγή της αναπτυξιακής διαδικασίας στην ηλικία των 20 ετών, η οποία έπρεπε να λάβει χώρα στην ηλικία των 10 ετών, δεν είναι το ίδιο πράγμα. Η φυσιολογική διαδικασία ανάπτυξης έχει ήδη διασπαστεί. Έτσι, το να μιλάμε για αυτές τις θεραπείες ως αναστρέψιμες είναι εγγενώς παραπλανητικό.
Και όμως, όλες οι μεγάλες ομάδες ακτιβιστών –και πολλές επαγγελματικές ομάδες – διαιωνίζουν αυτόν τον ισχυρισμό. Αλλά όπως οι Hruz, Mayer και McHugh επεξηγούν: «Εάν ένα παιδί δεν αναπτύξει ορισμένα χαρακτηριστικά του φύλου του στην ηλικία των 12 ετών λόγω ιατρικής παρέμβασης, τότε η ανάπτυξη αυτών των χαρακτηριστικών στην ηλικία των 18 ετών δεν έχει “αναστροφή”, διότι η φυσιολογική ανάπτυξη έχει ήδη διαταραχθεί».
Στην ουσία, οι γιατροί κάνουν ένα τεράστιο πείραμα για ανηλίκους, εμποδίζοντας την ωρίμανσή τους και το κάνουν χωρίς να σέβονται τα ηθικά πρότυπα που απαιτούνται σε άλλους τομείς της ιατρικής.
Όπως εξηγούν οι Hruz, Mayer και McHugh, «παραμένει άγνωστο αν θα επαναληφθεί ή όχι η φυσιολογική, σύμφωνα με το φύλο, εφηβεία, μετά την καταστολή της εφηβείας, σε ασθενείς με δυσφορία φύλου».
Ο αποκλεισμός της εφηβείας μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες για την υγεία.
Κανείς, ωστόσο, δεν γνωρίζει πραγματικά όλες τις πιθανές συνέπειες, καθώς η χρήση των φαρμάκων αυτών δεν έχει μελετηθεί αυστηρά.
Παρ’ όλα αυτά, όπως εξηγούν οι γιατροί, «μερικές από τις γνωστές συνέπειες της καταστολής της εφηβείας στα φυσιολογικά παιδιά είναι αυτές που θα περίμενε κανείς από τις αλλαγές που έγιναν σε αυτό το κρίσιμο στάδιο της ανθρώπινης ανάπτυξης».
Και στα δύο: αγόρια και κορίτσια, επηρεάζει αρνητικά τους ρυθμούς ανάπτυξης του ύψους. Τα παιδιά που λαμβάνουν αναστολείς της εφηβείας έχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο για χαμηλή πυκνότητα οστικής μάζας. Ο Hruz σημειώνει ότι «οι πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις περιλαμβάνουν την εμφάνιση ακμής, την υψηλή αρτηριακή πίεση, την αύξηση του σωματικού βάρους, την διαταραχή ανοχής στη γλυκόζη, τον καρκίνο του μαστού, την ηπατική νόσο, τη θρόμβωση και τις καρδιαγγειακές παθήσεις».
Και, φυσικά, όλα τα παιδιά που επιμένουν να ανήκουν στο άλλο φύλο και παίρνουν αναστολείς της εφηβείας και ορμόνες του άλλου φύλου, θα είναι στείρα.
Ακολουθεί ο τρόπος με τον οποίο οι McHugh, Hruz και Mayer, επικαλούμενοι ανάλογες επιστημονικές πηγές, έθεσαν το ζήτημα στο Ανώτατο Δικαστήριο:
Οι ορμόνες καταστολής της εφηβείας εμποδίζουν την ανάπτυξη των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου, αναστέλλουν την ανάπτυξη των οστών, μειώνουν την οστική πυκνότητα, αποτρέπουν την πλήρη οργάνωση και ωρίμανση του εγκεφάλου και αναστέλλουν τη γονιμότητα. Οι διασταυρούμενες ορμόνες αυξάνουν τον κίνδυνο του παιδιού για στεφανιαία νόσο και στειρότητα. Τα οιστρογόνα από του στόματος, τα οποία χορηγούνται σε αγόρια με δυσφορία φύλου, μπορεί να προκαλέσουν θρόμβωση, καρδιαγγειακή νόσο, αύξηση βάρους, υπερτριγλυκεριδαιμία, αυξημένη αρτηριακή πίεση, μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη, ασθένειες της χοληδόχου κύστης, προλακτίνωμα και καρκίνο του μαστού. Ομοίως, η τεστοστερόνη που χορηγείται σε κορίτσια με δυσφορία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη χοληστερόλη τους. Αυξάνει τα επίπεδα ομοκυστεΐνης (παράγοντας κινδύνου για καρδιακές παθήσεις), προκαλεί ηπατοτοξικότητα και πολυκυτταραιμία (περίσσεια ερυθρών αιμοσφαιρίων), αυξάνει τον κίνδυνο της άπνοιας του ύπνου, προκαλεί αντίσταση στην ινσουλίνη, και έχει άγνωστες επιδράσεις στους ιστούς του μαστού, του ενδομητρίου και των ωοθηκών. Τέλος, τα κορίτσια μπορούν νομίμως να κάνουν μαστεκτομή στα δεκαέξι τους, γεγονός που φέρει μαζί του το δικό του ιδιαίτερο σύνολο μελλοντικών προβλημάτων, ειδικά επειδή είναι μη αναστρέψιμο.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι, λόγω των ελαχίστων που γνωρίζουμε, η χρήση φαρμάκων για καταστολή της εφηβείας στα παιδιά με δυσφορία φύλου δεν έχει εγκριθεί από την FDA. Όμως, η συνταγογράφηση τέτοιων φαρμάκων, εκτός τυπικής διαδικασίας, είναι νόμιμη.
Και τελικά, για τους Hruz, Mayer και McHugh, ισχύει ότι «ακούμε συχνά από τους νευροεπιστήμονες ότι ο εφηβικός εγκέφαλος είναι πολύ ανώριμος για να πάρει αξιόπιστες και ορθολογικές αποφάσεις, και τώρα περιμένουμε τους συναισθηματικά προβληματικούς εφήβους να λάβουν αποφάσεις σχετικά με την ταυτότητα του φύλου τους και για σοβαρές ιατρικές θεραπείες σε ηλικία 12 ετών ή και μικρότερη».
Όπως εξηγώ στο «Όταν ο Χάρι Έγινε Σάλι», οι πιο χρήσιμες θεραπείες δεν επικεντρώνονται στην επίτευξη του αδύνατου –στο να μεταβάλλουμε τα σώματα, ώστε να ταιριάζουν με τις σκέψεις και τα συναισθήματα– αλλά στο να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να δεχτούν και να αγκαλιάσουν την αλήθεια για το σώμα τους και την πραγματική τους φύση.
Η απόρριψη της ανθρώπινης φύσης έχει πραγματικό κόστος πάνω στον άνθρωπο.
Πηγή: dailysignal.com