Το αναλαμβάνουν οι ιδεολόγοι ακτιβιστές….
Από «Μαμά Μπαμπάς και Παιδιά»
Πώς ανατρέπονται σήμερα οι θέσεις για την οικογένεια και υποστηρίζονται «επιστημονικά» αυτές που αδυνατεί να χωρέσει ο ανθρώπινος νους; «Τα φύλα δεν είναι δύο», «Το φύλο αλλάζει», «Ο άντρας μπορεί να δηλώνει γυναίκα και το αντίθετο», «Ο γάμος μπορεί να είναι ομόφυλος και να «κάνουν» και παιδιά…», «όλες οι μορφές οικογένειας είναι ίσες», «τα παιδιά το μόνο που θέλουν είναι αγάπη», «αγάπη είναι να επιβεβαιώνεις τις επιλογές του μυαλού κάποιου», «οι απόπειρες μεταστροφής είναι κακοποίηση» κ.α.
Αυτές οι αντιλήψεις υποστηρίζεται πως έχουν επιβεβαιωθεί επιστημονικά. Πώς συνέβη όσα ίσχυαν ως σήμερα να αποδεικνύονται ξαφνικά λάθος; Πώς το μαύρο ονομάζεται άσπρο; Μήπως φιμώνεται ο επιστημονικός λόγος όσων έχουν επιφυλάξεις ώστε να ακούγονται μονομερώς οι LGBTQ+ θέσεις;
Στηριζόμενοι σε όσα ξεφεύγουν από τα στενά όρια των πανεπιστημίων και βλέπουν το φως της δημοσιότητας θεωρούμε πως η λογική απάντηση βρίσκεται στη λέξη «λογοκρισία». Πρόσφατο παράδειγμα η πρόσφατη ανάκληση επιστημονικής μελέτης που αποδίδει την αιφνίδια μετάβαση φύλου κυρίως νέων κοριτσιών, στην επίδραση των φίλων, σε υπάρχοντα ψυχολογικά προβλήματα του παιδιού και στην επιπόλαιη αντιμετώπισή του από τους ψυχοθεραπευτές. Επιπλέον, σύμφωνα με τη μελέτη, τα ψυχολογικά προβλήματα των παιδιών αντί να λυθούν με τη μετάβαση, επιδεινώθηκαν.
Η εργασία ενόχλησε τους τρανς ακτιβιστές που θέλουν να πιστέψουμε πως μπορεί ένα παιδί να γεννηθεί σε «λάθος σώμα» και αν γυρίσει στο «σωστό» να λύσει τα προβλήματά του. Οι ακτιβιστές προέβαλαν πλήθος αστήρικτες κατηγορίες καταφέρνοντας στο τέλος η εργασία να ανακληθεί.
Τα γεγονότα έχουν ως εξής: Στις 29 Μαρτίου του 2023, δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα μελέτης με τίτλο «Rapid Onset Gender Dysphoria: Parent Reports on 1655 Possible Cases», στο Archives of Sexual Behavior. (1) Η μελέτη βασίστηκε στα αποτελέσματα διαδικτυακής έρευνας σε γονείς που τα παιδιά τους παρουσίασαν ROGD, δηλαδή ξαφνικά δήλωσαν πως ανήκουν στο άλλο φύλο. Οι γονείς επικοινώνησαν με την ιστοσελίδα ParentsofROGDKids.com, με την οποία συνδέεται ο πρώτος συγγραφέας, η Suzanna Diaz.
Σύμφωνα με την περίληψη, οι συγγραφείς διαπίστωσαν για αυτά τα παιδιά ότι: (2)
Τα προϋπάρχοντα προβλήματα ψυχικής υγείας τους ήταν κοινά και οι νέοι με αυτά τα προβλήματα ήταν πιθανότερο σε σχέση με εκείνους που δεν τα είχαν να προχωρήσουν σε κοινωνική και ιατρική «μετάβαση» στο άλλο φύλο.
Οι γονείς ανέφεραν ότι είχαν συχνά νιώσει πίεση από τους κλινικούς γιατρούς να επιβεβαιώσουν το «νέο φύλο» του παιδιού τους (εφήβου και νεαρού ενήλικου) και να υποστηρίξουν τη μετάβασή του. Σύμφωνα με τους γονείς, η ψυχική υγεία των παιδιών τους επιδεινώθηκε σημαντικά μετά την κοινωνική μετάβαση.
Αμέσως μετά τη δημοσίευση, η εργασία προσέλκυσε κριτική.
Υποστηρίχθηκε ότι η μέθοδος ένταξης των συμμετεχόντων στη μελέτη ήταν μεροληπτική ως προς τα αποτελέσματα και ότι οι συγγραφείς αγνόησαν προϋπάρχουσες πληροφορίες που δεν υποστήριζαν τη θεωρία του ROGD.
Ο Michael Bailey, δεύτερος συγγραφέας της μελέτης, κατηγορήθηκε για κακομεταχείριση των συμμετεχόντων στην έρευνα, κάτι που ουδέποτε αποδείχθηκε.
Η μελέτη κατηγορήθηκε ακόμη πως στερείται έγκρισης από ένα «θεσμικό συμβούλιο αναθεώρησης». Ο Bailey απάντησε πως η έγκριση του συμβουλίου δεν ήταν απαραίτητη, επειδή η Suzanna Diaz, η πρώτη συγγραφέας που συνέλεξε τα διαδικτυακά δεδομένα, δεν ήταν συνεργαζόμενη με κάποιο ίδρυμα που το απαιτούσε. Η "Suzanna Diaz" είναι ένα ψευδώνυμο για τη "μητέρα ενός παιδιού με δυσφορία λόγω φύλου που η μητέρα πιστεύει ότι έχει ROGD" και θα ήθελε να παραμείνει ανώνυμη για χάρη της οικογένειάς της, έγραψε ο Bailey.
Η ιστορία αυτή ίσως θυμίζει τι συνέβη σε μια άλλη δημοσίευση το 2018. Σε αυτή τη δημοσίευση η Lisa Littman του Πανεπιστημίου Brown δημιούργησε τον όρο ROGD. Μετά από την αντίδραση, το πανεπιστήμιο απέσυρε το δελτίο τύπου που παρουσίαζε τα αποτελέσματα και η μελέτη αναδημοσιεύτηκε τελικά με διορθώσεις.
Η έρευνα των Suzanna Diaz και Michael Bailey τελικά, μετά από τις πιέσεις αποσύρθηκε στις 14 Ιουνίου 2023. Υπάρχει όμως στο διαδίκτυο(1) και τα αποτελέσματά της είναι συγκλονιστικά καθώς δείχνουν πόσο μπορεί να παρασυρθεί ένα ευαίσθητο παιδί, πόση πίεση υφίστανται οι ταλαίπωροι γονείς και ακόμη πόσο μπορεί να φιμωθεί η αλήθεια από εκείνους που νοιάζονται να δικαιώσουν τις δικές τους συνήθειες….
Παραθέτουμε στη συνέχεια την δημόσια απάντηση στις 10 Ιουλίου 2023 του επιστημονικά υπεύθυνου της εργασίας, καθηγητή Michael Bailey (3) που έχει τον τίτλο: «Η έρευνά μου για τη δυσφορία φύλου λογοκρίθηκε. Αλλά εγώ όχι!» Αξίζει να τη μελετήσουμε τόσο για τις θέσεις του όσο και για να γνωρίσουμε από κοντά τις «επιστημονικές» μεθοδεύσεις που επιβάλλουν τη ΛΟΑΤΚΙ+ ιδεολογία.
Δηλώνει ο καθηγητής Michael Bailey: «Είμαι καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Northwestern. Είμαι καθηγητής εδώ και 34 χρόνια και ερευνητής εδώ και 40 χρόνια. Στη διάρκεια αυτών των δεκαετιών, έχω μελετήσει αμφιλεγόμενα θέματα—από το IQ, το σεξουαλικό προσανατολισμό, το τρανσεξουαλισμό έως τη παιδεραστία. Έχω δημοσιεύσει πάνω από 100 ακαδημαϊκά άρθρα. Είμαι περισσότερο γνωστός για τις μελέτες μου στο σεξουαλικό προσανατολισμό—μελετώ τις γενετικές επιρροές, τους προδιαθεσικούς παράγοντες της παιδικής ηλικίας για την ομοφυλοφιλία, τα εργαστηριακά μετρούμενα πρότυπα σεξουαλικής διέγερσης.
Η έρευνά μου έχει καταδικαστεί από ανθρώπους όλων των πολιτικών αποχρώσεων γιατί ποτέ δεν έδωσα προτεραιότητα σε μια ευνοούμενη εκλογική ομάδα εις βάρος της αλήθειας.
Και ποτέ δεν είχε ανακληθεί άρθρο μου. Μέχρι τώρα.
Στις 29 Μαρτίου, δημοσίευσα ένα άρθρο στο έγκριτο ακαδημαϊκό περιοδικό Archives of Sexual Behavior. Σε λιγότερο από τρεις μήνες, στις 14 Ιουνίου, ανακλήθηκε από την Springer Nature Group, τον τεράστιο ακαδημαϊκό εκδότη του Archives, για υποτιθέμενη παραβίαση των πολιτικών σύνταξης.
Η ανάκληση επιστημονικών άρθρων συνδέεται με ντροπιαστικές αιτίες: λογοκλοπή, κατασκευασμένα στοιχεία ή σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την επιστημονική ακεραιότητα της μελέτης. Αλλά το άρθρο μου δεν ανακλήθηκε για κανέναν επαίσχυντο λόγο. Ανακλήθηκε επειδή παρείχε αποδείξεις για μια επιστημονική άποψη που μισούν οι ακτιβιστές.
Το ανακληθέν άρθρο, «Rapid Onset Gender Dysphoria: Parent Reports on 1655 Possible Cases», «Δυσφορία φύλου ταχείας έναρξης: Αναφορές γονέων για 1655 πιθανές περιπτώσεις», συντάχθηκε από κοινού με τη Suzanna Diaz, την οποία γνώρισα το 2018 σε μια μικρή συνάντηση επιστημόνων, δημοσιογράφων και γονέων παιδιών που οι ίδιοι πίστευαν ότι είχαν «δυσφορία φύλου αιφνίδιας έναρξης (ROGD)».
Η ROGD περιεγράφηκε για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία το 2018 από την γιατρό και ερευνήτρια Lisa Littman. Είναι μια εξήγηση ενός νέου φαινομένου μεταξύ των εφήβων, κυρίως κοριτσιών, χωρίς ιστορικό δυσφορίας φύλου, που ξαφνικά δηλώνουν ότι θέλουν να μεταβούν στο άλλο φύλο. Ήταν μια άκρως αμφισβητούμενη διάγνωση, με ορισμένους -μεταξύ των οποίων και εγώ - να πιστεύουν ότι είναι μια σημαντική ευκαιρία για επιστημονική έρευνα και άλλους να δηλώνουν ότι είναι μια ψευδής ιδέα που υποστηρίζεται από κάποιους γονείς που δεν μπορούν να αποδεχθούν ότι έχουν ένα τρανς παιδί.
Πίστευα ότι το ROGD ήταν μια αξιόλογη εξήγηση της έκρηξης της δυσφορίας του φύλου μεταξύ των έφηβων κοριτσιών, επειδή αυτοί οι νέοι δεν έχουν δυσφορία φύλου όπως συνήθως κατανοείται. Μέχρι πρόσφατα, οι γυναίκες που λάμβαναν θεραπεία για δυσφορία του φύλου ήταν κορίτσια με αγορίστικο παρουσιαστικό που μισούσαν να είναι γυναίκες από την πρώιμη παιδική τους ηλικία. Αντίθετα, τα κορίτσια με ROGD είναι συνήθως συμβατικά θηλυκά, τα οποία όμως τείνουν να έχουν άλλα κοινωνικά και συναισθηματικά προβλήματα. Η επιστημονική υπόθεση πίσω από την ROGD, είναι ότι μέσω της κοινωνικής μετάδοσης από φίλους, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακόμη και από το σχολείο, τα ευάλωτα κορίτσια εκτίθενται στην ιδέα ότι το φυσιολογικό εφηβικό άγχος τους οφείλεται σε μιας υποκείμενη ταυτότητα τρανς. Αυτά τα κορίτσια ξαφνικά δηλώνουν ότι είναι τρανς. Αυτό σημαίνει ταχεία έναρξη. Μετά τη δήλωση, τα κορίτσια μπορεί να ζητήσουν —και να υποστούν— δραστικές ιατρικές παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων μαστεκτομών και ενέσεων τεστοστερόνης.
Υπάρχουν άφθονα στοιχεία ότι σε «προοδευτικές», ανεκτικές κοινότητες, πολλά κορίτσια από την ίδια ομάδα συνομηλίκων παιδιών ανακοινώνουν ότι είναι τρανς σχεδόν ταυτόχρονα. Υπήρξε μια απότομη αύξηση αυτού του φαινομένου σε όλη τη βιομηχανοποιημένη Δύση. Μια πρόσφατη ανασκόπηση από το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο διατηρεί καλύτερα αρχεία από την Αμερική, έδειξε περισσότερη από δεκαπλάσια αύξηση στις παραπομπές εφήβων κοριτσιών μόλις την τελευταία δεκαετία.
Αλλά δεν έχουν υπάρξει ουσιαστικά επιστημονικά δεδομένα ή μελέτες για το θέμα.
Εν μέρει αυτό οφείλεται στο ότι οι ερευνητές που έχουν αγγίξει αυτό το θέμα έχουν τιμωρηθεί για την περιέργειά τους. Απλά ρωτήστε τη Lisa Littman. Τελικά, η εργασία της για το θέμα οδήγησε σε μια άχρηστη «διόρθωση» από το περιοδικό που τη δημοσίευσε και στην απώλεια της ακαδημαϊκής σχέσης της Littman με το Brown University, το οποίο έδινε προτεραιότητα στην οργή των ακτιβιστών έναντι της ακαδημαϊκής ελευθερίας της Littman.
Αυτό εξηγεί γιατί η συν-συγγραφέας μου, "Suzanna Diaz", δεν δίνει το πραγματικό της όνομα. Δεν το ξέρω καν, παρόλο που την έχω συναντήσει από κοντά μια φορά και έχω μιλήσει μαζί της πολλές φορές. Χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο για να προστατεύσει την οικογένειά της, ειδικά την κόρη της, για την οποία η Suzanna πιστεύει ότι έχει ROGD. Η Σουζάνα δεν είναι ακαδημαϊκός. Είναι μια μητέρα που έχει γίνει ακτιβίστρια για να ευαισθητοποιήσει σχετικά με αυτό το φαινόμενο, μεταξύ άλλων διενεργώντας μια διαδικτυακή έρευνα για γονείς που πίστευαν ότι τα παιδιά τους είχαν ROGD. Η έρευνα φιλοξενήθηκε από τον ιστότοπο ParentsOfROGDKids.com. Εντυπωσιάστηκα με τα ευρήματά της και αποφασίσαμε να συνεργαστούμε.
Αν και είναι ασυνήθιστο για έναν ακαδημαϊκό να συνεργάζεται με κάποιον που είναι ανώνυμος, αποφάσισα να το κάνω για δύο λόγους. Πρώτον, κατανοούσα τους λόγους που η Σουζάνα έπρεπε να κρατήσει απόρρητη την ταυτότητά της. Δεύτερον, σε όλα τα στάδια της συνεργασίας μας, μπόρεσα να επιβεβαιώσω ότι η δουλειά της ήταν καλά ενημερωμένη, προσεκτική και αξιόπιστη.
Δεν είναι τελείως ασυνήθιστο ένας γονέας όπως η Suzanna να αναλαμβάνει ένα τέτοιο ρόλο. Η αυξημένη ευαισθητοποίηση σχετικά με το «σύνδρομο αιφνίδιας έναρξης δυσφορίας φύλου (ROGD)» εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό σε γονείς με κόρες που ισχυρίζονται ότι είναι γιοι. Όντες απελπισμένοι και αναζητώντας ορθές ιατρικές συμβουλές, βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα ιατρικό κατεστημένο που έχει φτάσει να δίνει προτεραιότητα στη χειρουργική και ορμονική παρέμβαση έναντι της παραδοσιακής ψυχοθεραπείας που προσπαθεί να επιλύσει τα συναισθήματα δυσφορίας.
Το άρθρο μας βασίστηκε σε αναφορές γονέων 1.655 εφήβων και νεαρών ενηλίκων παιδιών. Τα τρία τέταρτα από αυτά ήταν θήλεα άτομα. Τα συναισθηματικά προβλήματα ήταν κοινά σε αυτήν την ομάδα, ειδικά το άγχος και η κατάθλιψη, για τα οποία πολλοί γονείς δήλωσαν ότι προηγήθηκαν των προβλημάτων φύλου κατά χρόνια. Οι περισσότεροι από αυτούς τους νέους είχαν κάνει βήματα προς την κοινωνική μετάβαση, συμπεριλαμβανομένης της αλλαγής των αντωνυμιών, του ντυσίματος και της ταυτότητάς τους προς το άλλο φύλο (ή σε ορισμένες περιπτώσεις σε κανένα φύλο). Οι γονείς παρατήρησαν ότι μετά την κοινωνική μετάβαση των παιδιών τους, η ψυχική τους υγεία επιδεινώθηκε. Ένας μικρός αριθμός - το 7% των παιδιών των οποίων οι γονείς απάντησαν στην έρευνα της Σουζάνα- είχαν λάβει ιατρική θεραπεία μετάβασης φύλου, συμπεριλαμβανομένων φαρμάκων με σκοπό τον αποκλεισμό της εφηβείας ή ορμονών αντιθέτου φύλου.
Δυστυχώς οι νέοι που είχαν τα περισσότερα συναισθηματικά προβλήματα, εκείνοι είχαν προχωρήσει στο συνδυασμό κοινωνικής και ιατρικής μετάβασης. Ο σταθερότερος προγνωστικός παράγοντας για να προχωρήσει το παιδί τόσο σε κοινωνική όσο και σε ιατρική μετάβαση ήταν η παραπομπή του σε «ειδικό» για θέματα φύλου. Το 52% περίπου των γονέων στη μελέτη μας, που είχαν λάβει παραπομπή για «ειδικό», δήλωσαν ότι ένιωσαν πίεση από αυτόν τον «ειδικό σε θέματα φύλου» προς το να διευκολύνουν κάποιο είδος μετάβασης στο παιδί τους.
Η μελέτη μας είχε δύο προφανείς περιορισμούς: καταρχήν ο τρόπος που εντάσσαμε στην έρευνα τους γονείς εξασφάλιζε ότι θα συμμετείχαν μόνο εκείνοι που πίστευαν ότι τα παιδιά τους είχαν ROGD και επίσης είχαμε μόνο τις απόψεις των γονέων. Αναγνωρίσαμε και συζητήσαμε ξεκάθαρα αυτούς τους περιορισμούς στην εργασία μας, που ξεκινούσε με τις λέξεις: «υπάρχουν τουλάχιστον δύο σχετικά ζητήματα που δυνητικά περιορίζουν αυτήν την έρευνα» , και η δήλωση αυτή ακολουθούνταν από τρεις παραγράφους που καθορίζουν τους περιορισμούς.
Αλλά όταν οι γονείς ανησυχούν για τα έφηβα παιδιά τους, υπάρχει συνήθως μία σοβαρή αιτία. Και δεν ήταν γονείς που κράταγαν πολιτικό τσεκούρι για να πάρουν κεφάλια: με ελάχιστες εξαιρέσεις, όλοι οι γονείς που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν προοδευτικοί.
Το άρθρο μας έλαβε πολύ καλή δημοσιότητα. Καλύφθηκε θετικά από τον συντηρητικό τύπο και επίσης αναδημοσιεύτηκε εκτεταμένα τόσο από οικογένειες όσο και από άλλους που ανησυχούσαν για τη ROGD. Αλλά από την αρχή, τράβηξε αρνητικά τη προσοχή από τους τρανς ακτιβιστές και τους πολιτικούς τους συμμάχους.
Σχεδόν αμέσως αυτοί οι ακτιβιστές άρχισαν να ασκούν πιέσεις τόσο στον εκδότη του Archives of Sexual Behavior (Springer Nature Group) όσο και στον οργανισμό που συνδέεται με το περιοδικό (International Academy of Sex Research, ή IASR) για να ανακαλέσουν το άρθρο και να τιμωρήσουν τον εκδότη των Archives, ψυχολόγο Kenneth Zucker, επειδή είχε δημοσιεύσει τη δουλειά μας.
Στις 5 Μαΐου, μια ομάδα 100 ακαδημαϊκών ακτιβιστών και γιατρών «φύλου» δημοσίευσαν μια διαδικτυακή «ανοιχτή επιστολή» που εκφράζει «ηθικές» και «συντακτικές ανησυχίες» για το περιοδικό και «σοβαρές ανησυχίες για την ηθική στην έρευνα και την πνευματική ακεραιότητα» του άρθρου μας. Αυτό ήταν ένα πρόσχημα για το πραγματικό τους παράπονο: απαρέσκεια για ορισμένες ιδέες και τους υπεύθυνους για τις ιδέες αυτές. Αυτό είναι ξεκάθαρο από την ανοιχτή επιστολή, η οποία εστιάζει λιγότερο στο άρθρο μας και περισσότερο στον Ken Zucker.
Ο Zucker είναι μια γιγάντια φιγούρα στην ακαδημαϊκή έρευνα για το φύλο, και ειδικά στην επιστήμη της δυσφορίας του φύλου. Βοήθησε στην ίδρυση της Family Gender Identity Clinic στο Τορόντο, ενός από τα πρώτα διεθνή κέντρα για τη μελέτη και τη θεραπεία της παιδικής και εφηβικής δυσφορίας φύλου. Επιλέχθηκε από την American Psychiatric Association, για να προεδρεύσει της ομάδας εργασίας για τις Διαταραχές Σεξουαλικότητας και Ταυτότητας Φύλου, που εργαζόταν για την αναθεώρηση του διαγνωστικού της εγχειριδίου το 2012, γνωστού ως DSM. Από το 2002, επιμελείται το Archives of Sexual Behavior, το πιο σημαντικό ακαδημαϊκό περιοδικό που καλύπτει έρευνες για τη σεξουαλικότητα, τις διαφορές των φύλων και τη δυσφορία φύλου.
Ο Zucker έγινε επίσης στόχος της οργής των ακτιβιστών. Και αυτό επειδή πιστεύει ότι η δυσφορία του φύλου είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, εφόσον είναι δυνατόν, με ψυχοθεραπεία για την πρόληψη της μετάβασης και όχι να δοθούν φάρμακα και χειρουργικές επεμβάσεις για τη διευκόλυνση της μετάβασης. Οι πιο ένθερμοι επικριτές του Zucker τον κατηγορούν ότι προωθεί τη «θεραπεία μεταστροφής», αλλά αυτό είναι εσφαλμένο.
Ο Zucker -όπως πολλοί άλλοι- θέλει να βοηθήσει τους νέους να αποφύγουν την ψυχοκοινωνική αναταραχή που συνοδεύει τη μετάβαση του φύλου και δημιουργεί μια ζωή με δυνητικά περιττές ιατρικές θεραπείες. Η θέση του ήταν σχεδόν καθολικής αποδοχής μέχρι τα τελευταία χρόνια. Το γεγονός ότι έχει γίνει απαγορευμένη είναι το αποτέλεσμα ενός ισχυρού ακτιβιστικού κινήματος που εκπλήσσει τόσο ως προς την αποτελεσματικότητά του, όσο και ως προς την έλλειψη επιστημονικών στοιχείων.
Η αντιπαράθεση είναι απαραίτητη για την έντιμη επιστήμη, αλλά δεν είναι αυτό που θέλουν αυτοί οι ακτιβιστές. Επιδιώκουν την υποχώρηση. Και αυτό κατάφεραν.
Στις 23 Μαΐου, λάβαμε ένα email από το Springer που μας ενημέρωνε ότι ανακαλούσαν το άρθρο μας. Ο υποτιθέμενος λόγος:
Ο εκδότης και ο αρχισυντάκτης έχουν ανακαλέσει αυτό το άρθρο λόγω μή συμμόρφωσης με τις συντακτική μας πολιτική σχετικά με τη συναίνεση. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα δεν έχουν δώσει γραπτή συγκατάθεση για συμμετοχή σε επιστημονική έρευνα ή για δημοσίευση των απαντήσεών τους σε άρθρο που έχει υποστεί αξιολόγηση. Επιπλέον, δεν έχουν δώσει τη συγκατάθεση για δημοσίευση των δεδομένων τους ώστε να περιλαμβάνονται σε αυτό το άρθρο. Συνεπώς ο πίνακας 1 και το συμπληρωματικό υλικό αφαιρέθηκαν για την προστασία του απορρήτου των συμμετεχόντων
Κάναμε έφεση αφού συμβουλευτήκαμε έναν δικηγόρο, αλλά ο Springer απέσυρε τη μελέτη μας μας στις 14 Ιουνίου.
Το σκεπτικό του Springer ήταν παράλογο και είναι απλώς μια δικαιολογία για να ανακαλέσουν ένα άρθρο που ήθελαν να εξαφανίσουν για να σταματήσει η αντιπαράθεση. Ο Springer μας κατηγόρησε ότι δεν λάβαμε ενημερωμένη συγκατάθεση από τους γονείς στη μελέτη μας. Υπάρχουν δύο αποδείξεις για την ενημερωμένη συναίνεση στην έρευνα: Δηλώθηκε στους γονείς: «θα πρέπει να κατανοήσετε τι σας ζητείται να κάνετε, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν σημαντικών κινδύνων και οφελών και μπορείτε να εξαιρεθείτε». Όλοι οι γονείς που ολοκλήρωσαν την έρευνα της Suzanna γνώριζαν ότι τους έκαναν ερωτήσεις σχετικά με το ROGD των παιδιών τους και αποφάσισαν να απαντήσουν. Στους γονείς επιπρόσθετα, δόθηκε υπόσχεση σχετικά με το απόρρητο των προσωπικών πληροφοριών και η υπόσχεση τηρήθηκε.
Το πρόσθετο παράπονο του Springer ήταν ότι δεν είχαμε τη συγκατάθεση να δημοσιεύσουμε τα αποτελέσματα της έρευνας. Αυτό είναι εντελώς λάθος. Ενημερώσαμε τους συμμετέχοντες ότι θα δημοσιεύσουμε τα δεδομένα τους. Στο τέλος της έρευνας οι συμμετέχοντες έλαβαν τη πληροφορία πως : «Θα δημοσιεύσουμε τα δεδομένα μας στον ιστότοπό μας όταν θα έχουμε ένα αρκετά μεγάλο δείγμα. . .»
Είμαστε εξοργισμένοι και απογοητευμένοι που το άρθρο μας ανακλήθηκε. Αλλά η πεποίθηση ότι οι ακτιβιστές έχουν κερδίσει και η επιστήμη έχει χάσει είναι απολύτως λανθασμένη. Η ανάκληση του άρθρου μας οδήγησε -ακούσια, σε θρίαμβο της αλήθειας και της λογικής.
Καταρχήν λάβαμε υποστήριξη από τη FAIR, την Society for Evidence Based Gender Medicine, την «Εταιρεία Ιατρικής Φύλου Βασισμένης σε Αποδείξεις» και από άλλους. Αν δεν έχει ανακληθεί ποτέ εργασία σας, δεν έχετε ιδέα πόσο σημαντικό είναι αυτό.
Η εκστρατεία κατά του άρθρου μας, από την ανοιχτή επιστολή μέχρι την τελική ανάκληση, έχει δημιουργήσει τεράστια δημοσιότητα με βάση τα ακαδημαϊκά πρότυπα, μέχρι στιγμής σε μεγάλο βαθμό ευνοϊκή. Το ακαδημαϊκό μας άρθρο έχει προβληθεί στο διαδίκτυο περισσότερες από 100.000 φορές μέσα σε τρεις μήνες, που είναι εκπληκτικός αριθμός για ένα άρθρο αυτού του είδους. Αυτό αντικατοπτρίζει τη δίψα για γνώση σχετικά με αυτό το σημαντικό θέμα.
Μιλώντας για τον εαυτό μου, αυτό το επεισόδιο με κάνει να εγγυηθώ ότι θα μελετήσω τη ROGD μέχρι να τη καταλάβουμε.
Γι' αυτό πρόκειται να ξεκινήσω μια μεγάλη, μακρόχρονη έρευνα για τη δυσφορία φύλου των εφήβων, σε συνεργασία με τη Lisa Littman και τον Ken Zucker. Θα ερευνήσουμε τόσο τους εφήβους με δυσφορία φύλου όσο και τους γονείς τους, παρακολουθώντας τους για τουλάχιστον πέντε χρόνια. Μεταξύ άλλων, θα έχουμε καλύτερες πληροφορίες σχετικά με την πρώιμη δυσφορία φύλου, την ψυχική υγεία και τη σεξουαλικότητα των εφήβων, σχετικά με τις στάσεις, τις συμπεριφορές και τις πεποιθήσεις των γονέων και για την αντιστοιχία μεταξύ των περιγραφών των εφήβων και των γονέων τους για τα ίδια φαινόμενα.
Εγγυώμαι δύο πράγματα. Πρώτον, πως θα είναι μια τεράστια, σημαντική μελέτη με τη δυνατότητα να διαπιστωθεί η εγκυρότητα της ROGD. (Και αν η ROGD είναι λανθασμένη ιδέα, θα το αποδείξουμε και θα το δημοσιεύσουμε). Δεύτερον, και οι τρείς μας ξέρουμε—η Littman, ο Zucker και εγώ, οι τρεις ακυρωμένοι επιστήμονες που είμαστε από τους κορυφαίους ειδικούς στον κόσμο σε αυτό που μελετάμε—ότι δεν θα λάβουμε κρατική χρηματοδότηση για αυτό το έργο. Αλλά θα το κάνουμε υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.
Οι λογοκριτές έχουν προσπαθήσει να σταματήσουν την επιστημονική πρόοδο και στο παρελθόν. Τώρα, όπως και τότε, η αναζήτηση της αλήθειας απαιτεί επιστήμονες και ερευνητές που αρνούνται να υποκύψουν στους ανθρώπους με παρωπίδες, στους ιδεολογικά υποκινούμενους και στους ακτιβιστές.»
Αυτές είναι οι μεθοδεύσεις με τις οποίες φιμώνεται ο γνήσιος επιστημονικός λόγος, προωθείται από την πολιτεία η κατευθυνόμενη επιστήμη και καταστρέφονται οι άνθρωποι, οι οικογένειες, οι κοινωνίες και οι αθάνατες ψυχές.
Παραπομπές:
- https://link.springer.com/article/10.1007/s10508-023-02576-9
- https://www.medscape.com/s/viewarticle/992561
- https://www.thefp.com/p/trans-activists-killed-my-scientific-paper